Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

Νικήτας-Δαβίδ ο Παφλαγών, Φιλόσοφος και Ρήτωρ



Νικήτας ο Παφλαγών

1. Γέννηση-Οικογένεια
Η ακριβής χρονολογία της γέννησης του Νικήτα δεν μπορεί να εξακριβωθεί. Κατά πάσα πιθανότητα γεννήθηκε μεταξύ 880-890,1 ίσως γύρω στο 885.2 Μόνο βάσει έμμεσων στοιχείων από τη μεταγενέστερη ζωή του μπορούμε να συμπεράνουμε ότι όταν προέκυψε το ζήτημα της τεταρτογαμίας του Λέοντα ΣΤ΄ το 906/907 ήταν ήδη σε ώριμη ηλικία. Εν πάση περιπτώσει θα πρέπει να ήταν νεότερος από τον Αρέθα Καισαρείας ή τον πατριάρχη Νικόλαο Μυστικό (901-907/912-925).

Μολονότι δεν έχει με ακρίβεια εξακριβωθεί, εικάζεται ότι ο Νικήτας γεννήθηκε στην Παφλαγονία, ίσως στην πόλη Αμάστριδα (σημ. Amasra).

Ο πατέρας του Ανδρέας ήταν ιερέας στην Παφλαγονία, όπου ζούσε η πολυμελής οικογένεια του Νικήτα. Το όνομα της μητέρας του δεν μας έχει διασωθεί, όμως είναι γνωστό ότι το όνομα του ενός αδελφού του ήταν Πέτρος, ενώ από το όνομα ενός άλλου αδελφού του έχει διασωθεί μόνο η κατάληξη (-ριανός). Ο αδελφός του πατέρα του Νικήτα-Δαβίδ ονομαζόταν πιθανώς Παύλος και ήταν σακελλάριος του πατριαρχείου και ηγούμενος της μονής του αγίου Φωκά στην Κωνσταντινούπολη.

Τα δύο ονόματα του Νικήτα προκάλεσαν διάφορες ερμηνείες. Μια από τις επικρατέστερες είναι ότι το όνομα Δαβίδ το έλαβε ο Νικήτας ως μοναχός, όταν ο αυτοκράτορας Λέων ΣΤ΄ τον έκλεισε στη Μονή του Αγαθού στην Κωνσταντινούπολη, στη συνοικία της Ψωμαθίας (σημ. Samatya).3 Από την άλλη, εφόσον δεν είναι καν βέβαιο ότι ο Νικήτας έλαβε το μοναχικό σχήμα κατά τη διάρκεια της κράτησής του, μπορούμε ενδεχομένως να υποθέσουμε ότι είχε απλώς δύο λαϊκά ονόματα.4

2. Ανατροφή-εκπαίδευση
Είναι βέβαιο ότι ο Νικήτας απέκτησε την εγκύκλιο παιδεία στη γενέτειρά του Παφλαγονία. Αργότερα συνέχισε τις σπουδές του στην Κωνσταντινούπολη, όπου ίσως τον κάλεσε ή τον έφερε ο θείος του Παύλος. Στην πρωτεύουσα ο Νικήτας άρχισε να συναναστρέφεται μερικούς από τους πιο μορφωμένους ανθρώπους της εποχής του: τον πατριάρχη Νικόλαο Μυστικό, τον πατριάρχη Ευθύμιο (907-912) και τον Αρέθα Καισαρείας. Πιθανόν μάλιστα να υπήρξε και μαθητής του τελευταίου, μολονότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να υποστηριχθεί με βεβαιότητα.5 Υπήρξε πάντως φίλος και συνεργάτης του Αρέθα Καισαρείας και διατηρούσε αλληλογραφία μαζί του μέχρι τη στιγμή, που ο τελευταίος αποδέχθηκε τον τέταρτο γάμο του Λέοντος ΣΤ΄, την εποχή μετά την ανάδειξη του Ευθυμίου σε πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στη θέση του εκδιωχθέντος Νικολάου Μυστικού. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένα και ακριβή στοιχεία για το χαρακτήρα και τη μορφή της παιδείας του Νικήτα, είναι βέβαιο ότι οι σύγχρονοί του τον θεωρούσαν σημαντικό λόγιο, η άριστη παιδεία του οποίου του έφερε δόξα στην πρωτεύουσα, με αποτέλεσμα να προσελκύσει την προσοχή και του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ΄.

3. Δράση
Αφού απέκτησε υψηλή μόρφωση στην Κωνσταντινούπολη, ο Νικήτας-Δαβίδ ο Παφλαγών έγινε γνωστός από τα πολλά του επίθετα τα οποία επιβεβαίωναν την παιδεία του. Ήταν φιλόσοφος και ρήτορας, καθώς επίσης και σχολαστικός. Δεν μπορεί όμως να εξακριβωθεί εάν ο Νικήτας ήταν και διδάσκαλος με την κυριολεκτική έννοια της λέξης, αν δηλαδή δίδασκε σε κάποια σχολή της πρωτεύουσας.

Ο Νικήτας παρουσιάστηκε και στο πολιτικό προσκήνιο με αφορμή το ζήτημα της τεταρτογαμίας του Λέοντα ΣΤ΄. Σθεναρός αντίπαλος της αποδοχής και αναγνώρισης του τέταρτου γάμου του αυτοκράτορα και της χρήσης της αρχής του «κατ’ οικονομίαν», η οποία θα επέτρεπε στον Λέοντα ΣΤ΄ να αναγνωρίσει το γάμο του με τη Ζωή Καρβονοψίνα χωρίς μεγάλο τίμημα, ο Νικήτας βρέθηκε στην ίδια παράταξη με τον πατριάρχη Νικόλαο Μυστικό και τον «δάσκαλο» και φίλο του Αρέθα.

Το 907 ο Λέων ΣΤ', επιθυμώντας την πάση θυσία αναγνώριση του γάμου του με τη Ζωή, που του είχε εξάλλου χαρίσει τον μοναδικό του διάδοχο, κατάφερε να εκδιώξει από τον πατριαρχικό θρόνο τον Νικόλαο Μυστικό (2 Φεβρουαρίου 907) και να χειροτονήσει στη θέση του τον Ευθύμιο (907-912). Παρά τη μεταστροφή του Αρέθα, που μετά τα γεγονότα αυτά τάχθηκε με το μέρος του αυτοκράτορα, και παρά την αναγνώριση του γάμου του αυτοκράτορα από τον νέο Πατριάρχη, ο Νικήτας-Δαβίδ παρέμεινε σταθερός στην αντίθεσή του προς το γάμο του αυτοκράτορα. Σε μιαν από τις σωζόμενες επιστολές του, ο Νικήτας αναφέρει ότι δέχτηκε πιέσεις από τον πάπα της Ρώμης Νικόλαο Α' (858-867), προκειμένου να ταχθεί με το μέρος του αυτοκράτορα, πιέσεις που πάντως δεν έφεραν αποτέλεσμα.6 Φαίνεται ότι η αποφασιστικότητα του Νικήτα ως προς την υπεράσπιση των θέσεών του είχε κάνει εντύπωση στους συγχρόνους του, καθώς σε ένα απόσπασμα του Βίου του Πατριάρχη Ευθυμίου7υπάρχει μια σκηνή στην οποία ο Λέων ΣΤ' προσπαθεί μάταια να εκφοβίσει τον Νικήτα στη διάρκεια της ανάκρισης του τελευταίου για μια σειρά κατηγοριών. Μολονότι στο κείμενο δεν εμφανίζεται ως αιτία της σύγκρουσης των δύο το ζήτημα της τεταρτογαμίας, κάνει εντύπωση η παρουσίαση του Νικήτα ως ανθρώπου σταθερού και αμετακίνητου στις θέσεις του, τη στιγμή μάλιστα, που ο συγγραφέας είναι θετικά διακείμενος προς τον αυτοκράτορα και τον πατριάρχη και πεπεισμένος για την ενοχή του Νικήτα.8

Η άρνηση του Νικήτα Δαβίδ να αλλάξει τη στάση του προς τον τέταρτο γάμο του αυτοκράτορα επέφερε σοβαρή ρήξη στις σχέσεις του με τον Λέοντα ΣΤ΄. Ο Νικήτας αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή ως ερημίτης κοντά στη Mήδεια, στη δυτική ακτή του Eύξεινου Πόντου. Ύστερα από λίγους μήνες όμως, πιθανώς στο δεύτερο μισό του 907 ή στις αρχές του 908, ο στρατηγός της Θράκης στη Μήδεια συνέλαβε τον Νικήτα με την κατηγορία ότι ήταν κατάσκοπος των Βουλγάρων. Ο Νικήτας οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, ενώπιον του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄, όπου κατηγορήθηκε ότι έγραψε έναν λίβελο εναντίον του πατριάρχη και του αυτοκράτορα. Έπειτα από αυτό, ο Νικήτας-Δαβίδ φυλακίστηκε, ελευθερώθηκε όμως με πρωτοβουλία του πατριάρχη και οδηγήθηκε στη Μονή του Αγαθού στην ασιατική όχθη του Βοσπόρου, όπου κρατήθηκε για δύο χρόνια. Πιθανότατα κατά την κράτησή του εκεί τελούσε υπό την εποπτεία του ίδιου του πατριάρχη Ευθυμίου· εξάλλου η Μονή του Αγαθού ήταν μετόχι της μονής του Αγίου Ευθυμίου που ανέγειρε ο ίδιος ο Λέων ΣΤ΄ για χάρη του Ευθύμιου στη συνοικία της Ψαμαθίας.9 Φαίνεται πάντως ότι ο Νικήτας, παρά τη διετή «εξορία» του σε αυτήν τη Μονή της πρωτεύουσας, δεν έγινε μοναχός. Στη συνέχεια εγκλείσθηκε για είκοσι μήνες στη Μονή του Αγίου Φωκά (όπου παλαιότερα ήταν ηγούμενος ο θείος του Παύλος) από τον Οκτώβριο του 910 έως τον Μάιο του 912, δηλαδή μέχρι την επιστροφή του Νικολάου Μυστικού στον πατριαρχικό θρόνο μετά το θάνατο του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄ (11 Μαΐου του 912).

4. Θάνατος
Για την τελευταία περίοδο της ζωής του Νικήτα υπάρχουν λίγα στοιχεία. Είναι βέβαιο ότι ζούσε στη διάρκεια της μονοκρατορίας του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου, γιου του Λέοντος ΣΤ΄ (945-959). Μολονότι κάποτε ήταν ο κύριος αντίπαλος της αναγνώρισης του γάμου του Λέοντος με τη μητέρα του Κωνσταντίνου, φαίνεται ότι ο Νικήτας-Δαβίδ είχε καλές σχέσεις με τον Κωνσταντίνο Ζ΄, διότι του αφιέρωσε έναν βίο του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου τον οποίο συνέγραψε. Εκείνο το οποίο, εντούτοις, παραμένει ασαφές είναι οι τελευταίες μέρες του Νικήτα-Δαβίδ του Παφλαγόνος. Φαίνεται ότι ο Νικήτας εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη ή εξορίστηκε και επέστρεψε στη γενέτειρά του την Παφλαγονία. Εικάζεται ότι πέθανε εκεί, μετά το 947.

5. Εργογραφία
O Nικήτας είχε αναπτύξει πλούσια συγγραφική δραστηριότητα.10 Υπήρξε ο συγγραφέας περίπου 50 εγκωμίων Αγίων, μιας πραγματείας για το τέλος του κόσμου και μιας ερμηνείας των ψαλμών, καθώς και αρκετών ομιλιών.11 Στα θεολογικά έργα του τονίζει την αντίθεση ανάμεσα στην παντοδυναμία του Θεού και την ταπεινότητα των ανθρώπων. Επίσης, είναι ο συγγραφέας του Βίου του πατριάρχη Ιγνατίου (867-877), ο οποίος ουσιαστικά αποτελεί έναν λίβελο εναντίον του πατριάρχη Φωτίου (858-867, 877-886) και θεωρείται το πιο σημαντικό του έργο,12 ενώ σώζονται και έξι επιστολές του.



1. Πασχαλίδης, Σ., Νικήτας Δαβίδ Παφλαγών. Το πρόσωπο και το έργο του. (Θεσσαλονίκη 1999), σελ. 90.
2. Jenkins, R.J.H., A Note on Nicetas David Paphlago and the Vita Ignatii”, Dumbarton Oaks Papers 19 (1965), σελ. 243, υποσ. 18.
3. Jenkins, R.J.H., A Note on Nicetas David Paphlago and the Vita Ignatii”, Dumbarton Oaks Papers 19 (1965), σελ. 244.
4. Πασχαλίδης, Σ., Νικήτας Δαβίδ Παφλαγών. Το πρόσωπο και το έργο του. (Θεσσαλονίκη 1999), σελ. 107-108.
5. Lemerle, P., Ο πρώτος Βυζαντινός Ουμανισμός (Αθήνα 1985, μτφρ. Μ. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου), σελ. 187-8. Από την άλλη ο Πασχαλίδης, Σ, Νικήτας Δαβίδ Παφλαγών. Το πρόσωπο και το έργο του. (Θεσσαλονίκη 1999), σελ. 92 κ.ε., είναι πεπεισμένος ότι ο Νικήτας Δαβίδ ήταν μαθητής του ξακουστού μητροπολίτη Καισαρείας Αρέθα.
6. Βλ. λήμμα Niketas David Paphlagon”, The Oxford History of Byzantium III, σελ. 1480 (A. Kazhdan).
7. Κείμενο ενός ανώνυμου συγγραφέα, πολύτιμο ως πηγή για την ιστορία της περιόδου, αποτελεί στην πραγματικότητα αγιογραφία του πατριάρχη Ευθυμίου. Παλαιότερη έκδοση με αναλυτικό ιστορικό υπόμνημα του C. de Boor (Berlin 1888). Για τη νεότερη έκδοση του κειμένου (βασισμένη σε εκείνη του de Boor) με αγγλική μετάφραση βλ. Karlin-Hayter, P. (επιμ.), “Vita S. Euthymii”, Byzantion 25-27 (1955- 1957), σελ. 1-172.
8. Karlin-Hayter, P. (επιμ.), “Vita S. Euthymii”, Byzantion 25-27 (1955-1957), σελ. 112-4. Πρβλ. και το δεύτερο και τρίτο κείμενο στα Παραθέματα.
9. Λήμμα Niketas David Paphlagon”, The Oxford History of Byzantium III, σελ. 1480 (A. Kazhdan). Πρβλ. Janin, R., La géographie ecclésiastique de l'Empire byzantin, I: Le siège de Constantinople et le patriarcat Oecumenique, tome 3: Les églises et les monastères (Paris 1969), σελ. 116.
10. Για την πλήρη εργογραφία του βλ. Πασχαλίδης, Σ., Νικήτας Δαβίδ Παφλαγών. Το πρόσωπο και το έργο του (Θεσσαλονίκη 1999), σελ. 123 κ.ε. και σελ. 333- 335 (Πίνακας).
11. Βλ. Lebrun, F., Nicetas le Paphlagonien. Sept homélies inédites (Leuven 1997).
12. Βλ. Bibliotheca Hagiographica Graeca 817, και για την έκδοση βλ. Patrologia Graeca 105, στ. 487- 574.

Σημείωση: Υπάρχει και έτερος Νικήτας Παφλαγών, Πατρίκιος, ο οποίος σταδιοδρόμησε αρχικώς ως στρατιωτικός, και τελικώς αγίασε, έζησε δε 100 χρόνια νωρίτερα. Εορτάζεται στις 13 Οκτωβρίου. Την ίδια ημερομηνία ωρισμένοι τοποθετούν και αγιολογική μνήμη του Νικήτα-Δαβίδ του Φιλοσόφου και Ρήτορος (Τυπικό της Δρέσδης 11ος αι.).

βλ. Πασχαλίδης, Σ., Νικήτας Δαβίδ Παφλαγών. Το πρόσωπο και το έργο του. (Θεσσαλονίκη 1999), σελ. 107-112, 115-171. Βιογραφικά σελ.87 κ.ε.
Ύφος υψηλό, στυλιζαρισμένο αττικό, λόγος καλλιεπής, φροντισμένος, άψογος, αρίστη γνώση και χρήση της Αγ. Γραφής.


Ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος στο έργο του «Η Εκκλησία της Ελλάδος απ’αρχης μέχρι του 1934» υποστηρίζει (και εικάζει): Της συνόδου του 879 μετέσχε και ο Αθηνών Νικήτας, ο οποίος ταυτίζεται προς τον ομώνυμο συγγραφέα Νικήτα Δαυίδ Παφλαγόνα (? 881)

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013

Εγκώμιον στους Πρωτοκορυφαίους



PG.105, 37B
ΛΟΓΟΣ Γ´.

Εἰς τοὺς ἁγίους καὶ κορυφαίους Ἀποστόλους Πέτρον καὶ Παῦλον (2).

Τίς ὁ τερπνὸς οὗτος ἦχος; Τίς ὁ τῶν ἑορταζόντων εὔσημος κρότος; Τίς ἡ θαυμαστὴ καὶ περιφανὴς αὕτη λαμπροφορία καὶ φωταγωγία; Ὑμεῖς ὁ περιούσιος τοῦ Θεοῦ λαός· ὁ τῇ Χριστωνύμῳ τετιμημένος κλήσει, ὁ καὶ παντὸς γένους καὶ βίου καὶ πολιτείας καὶ ἡλικίας, ζέσει πίστεως κεκινημένος, καὶ τὸν περιώνυμον τοῦτον τῶν ἀποστόλων σηκὸν πεπληρωκώς. Τίς ὁ δρόμος; τίς ἡ σπουδὴ τὴν ἱερὰν ταύτην καταλαβεῖν αὐλήν;  C πόθεν ὑμῖν ὥσπερ ἐξ ἑνὸς συνθήματος, ἀφ᾿ ἑσπέρας αὐτῆς ἐγηγερμένοις, τὰς ἰδίας μὲν οἰκίας ἐκκενῶσαι, τὸν θεῖον δὲ πληρῶσαι ναόν; καὶ ἑαυτῶν μὲν ὥσπερ ἐξεστᾶναι δοκεῖν· ἀλλήλων δὲ συμπνοίᾳ γεγενῆσθαι, γνώμης καὶ πίστεως ὁμοφροσύνῃ, καὶ γλώσσης συμφωνίᾳ, μονοειδῆ καὶ ἐναρμόνιον ὥσπερ ἐξ εὐρύθμων ὀργάνων τὸν τῆς δοξολογίας ἀνακροῦσαι φθόγγον; Τίς ὁ τὸν ἱερώτατον τοῦτον σύλλογον ἢ θίασον οὕτω παναρμονίως συγκροτῶν; Ἢ δῆλον ὡς Πέτρος καὶ Παῦλος, ἡ κορυφαία καὶ πρεσβυτάτη τῶν ἀποστόλων ἀκρότης· Πέτρος, ἡ τῆς Χριστοῦ πίστεως ἀρχή· Παῦλος, ἡ τῆς ἀγάπης τελειότης· Πέτρος, ἡ ἀμετακίνητος τῆς Ἐκκλησίας πέτρα· Παῦλος, ὁ τὸν θεμέλιον ταύτης ἀσφαλῶς καταβαλόμενος.

D  Οὗτοι δὴ σήμερον οἷα νόες ὑπόπτεροι τῶν ὑπερφώτων καὶ οὐρανίων ὑποκαταβάντες χώρων, καὶ τοῖς ἐν γενέσει καὶ φθορᾷ ζῶσιν ἔτι νοερῶς τε καὶ φιλανθρώπως συγγινόμενοι· ὀξέως τε διατρέχοντες, καὶ ἐμπεριπατοῦντες ἐν ἡμῖν, πρὸς ὑπέρλαμπρον ἐκκαλοῦνται θυμηδίαν· καὶ ἄλλον ἀλλαχόθεν ἡσυχίῳ καὶ ὑψηλῷ συγκαλούμενοι κηρύγματι, καὶ
καθάπερ μέλη πλείω τοὺς πάντας εἰς ἓν σῶμα τῇ ἀρχιτεκτονίᾳ  Α τοῦ πανευαγοῦς αὐτῶν πνεύματος ἁρμόζοντες, εἰς ὕμνησιν μὲν καὶ δόξαν Θεοῦ, ἔπαινον δὲ καὶ τιμὴν τῆς οἰκείας μεγαλοπρεπείας συγκροτοῦσιν.

Οὐκοῦν ἠχήσωμεν τοῦ ἐνηχοῦντος ἡμῖν Πνεύματος ἐπάξια· σαλπίσωμεν σάλπιγγι ἐν Σιών· κηρύξωμεν ἐν ὄρει ἁγίῳ, τῇ Ἐκκλησίᾳ ταύτῃ, τῇ μυστικῇ καὶ ἀγαπητῇ τοῦ Θεοῦ πόλει· καὶ ἱερὰς συστησάμενοι χοροστασίας, τὰς τῶν ἱερῶν θεολόγων πανιέρως κροτήσωμεν ὑμνολογίας. Κροτήσωμεν δὲ πῶς; Οὐ σοφιστῶν ἑπόμενοι νόμοις· οὐ τῷ λόγῳ τὰς κάτω σεμνύνοντες πατρίδας· οὐ τὸ ἀπὸ γῆς μεγαλαυχοῦντες γένος· οὐ γεννήσεως, οὐκ ἀνα[σ]τροφῆς ἀστειότητα διεξιόντες. Τίς γὰρ ἐκ τούτων αἶνος, τοῖς Πατέρα μέν, τὸν τῶν ὅλων σχοῦσι Θεόν·  Β  πατρίδα δέ, τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ· γένος δὲ λαχοῦσι, τὸν μακάριον πατριάρχην Ἀβραάμ· μᾶλλον δέ, τὴν ἐκείνου πίστιν καὶ δικαιοσύνην, οἷς αὐτῷ καὶ παντάπασιν ὡμοίωνται· ἀνα[σ]τροφὴν δὲ τὴν ἀρετήν, καὶ τὴν πρὸς Χριστὸν διὰ νόμου παιδαγωγίαν τε καὶ προκατάρτισιν; Ἀλλ᾿ οὐδὲ πάσας ἑξῆς τὰς ὑπὲρ τοῦ Θεοῦ Λόγου κατωρθωμένας αὐτοῖς μεγαλουργίας κατ᾿ εἶδος ἐξυμνήσωμεν· οὕτω γὰρ πρὸς τῷ ἀνεφίκτῳ τῆς ἐγχειρήσεως, καὶ τὸν τῆς συμμετρίας ἂν νόμον παραβαίημεν. Ἐπαινετὸς δὲ καὶ οὗτος, εἴπερ ἄλλος τις, ὥσπερ ἐνεργείαις πάσαις καὶ πάθεσι καὶ πράξεσιν, οὕτω δὴ καὶ τοῖς λόγοις αὐτοῖς ἐνθεωρούμενος. Ἀλλὰ τὰ μὲν ἑτέρῳ τεταμιεύσθω καιρῷ καὶ λόγῳ· τὰ δὲ νῦν αἶνον καὶ δόξαν τοῖς λογιωτάτοις προσάξωμεν τοῦ Λόγου φίλοις·  C  καὶ πρὸς αὐτοὺς τὸν ὕμνον ἀποτείναντες, Τὰ τέκνα Σιών, χαίρετε, μετὰ τοῦ προφήτου, προσφθεγγώμεθα.

Χαίρετε, τῆς πατρικῆς θεαρχίας διαπρύσιοι κήρυκες· τῆς τοῦ Υἱοῦ θεουργίας ἱεροφάντορες θειότατοι· τῆς ζωαρχίας τοῦ Πνεύματος ὄργανα ζῶντα καὶ πολυαρμόνια· τὰ φθόγγοις ἡδίστοις καὶ μέλεσι παναρμονίοις, τὴν οἰκουμένην ὁμοῦ πᾶσαν, ἑνὶ Λόγῳ καὶ Θεῷ παραστησάμενα, καὶ τούτῳ πνεύματι καὶ ἀλήθεια λατρεύειν συμβιβάσαντα.

Χαίροις, Πέτρε, ὁ τῆς τῶν οὐρανῶν βασιλείας τὰς κλεῖς πεπιστευμένος· ἐφ᾿ ᾧ τὴν ἰδίαν ὁ Χριστὸς Ἐκκλησίαν ἐστηρίξατο· ὃν καὶ ποιμένα, πρὸς τὸν  D  ἑαυτοῦ Πατέρα μεταβαίνων, ἐπὶ τῶν αὐτοῦ προβάτων κατεστήσατο.

Χαίροις, Παῦλε, ὁ πιστὸς οἰκονόμος καὶ φρόνιμος τῆς τοῦ Πατρὸς ἀποδειχθεὶς οἰκίας· δι᾿ ὃ καὶ ἐπὶ πᾶσι τοῖς ὑπάρχουσιν αὐτῷ καθεσταμένος· ὁ ἔτι σώματι ζῶν, πρὸς τὸν τρίτον ἁρπαγεὶς οὐρανόν, καὶ τὸν νοητὸν παράδεισον τεθεαμένος, καὶ ῥημάτων ἀῤῥήτων αὐτήκοος γεγενημένος.

Χαίροις, Πέτρε, ὁ πρότερον μὲν ἀλόγων ἰχθύων σαγηνευτής· ἔπειτα σαγήνη θεόπλοκος διὰ Χριστοῦ γενόμενος αὐτός, καὶ εἰς τὴν κοσμικὴν θάλασσαν ἐμβεβλημένος, καὶ ἐκ παντὸς γένους τῶν λογικῶν  Α  συνειλεχὼς ἰχθύων· καὶ τῇ Δεσποτικῇ τραπέζῃ πολυτελέστατον παρασκευαζόμενος ὀψώνιον.

Χαίροις, Παῦλε, ὁ πρότερον μὲν τῷ ζήλῳ τοῦ νόμου καταφλεγείς· ἔπειτα τῇ τῆς χάριτος ἀγάπῃ πυρποληθείς· καὶ φυγὰς μέν, ἀντὶ διώκτου· ἀντὶ βλασφήμου δὲ καὶ ὑβριστοῦ, δοκιμώτατος εὐαγγελιστὴς γεγενημένος· καὶ χερσὶ μὲν δέρεις ἀψύχους συῤῥάπτων πρὸς σκηνοποιΐαν· Πνεύματι δὲ θείῳ λογικὰς συνδέων καρδίας καὶ νοεράς, καὶ σκηνὴν ταύτας ἀκήρατον, καὶ οὐράνιον πρὸς τὴν τοῦ Ὑψίστου κατοίκησιν ἀπεργαζόμενος.

Ὑμεῖς, εἰ καὶ κατὰ χρόνον τὸν ἴδιον ἑκάτερος τῆς ἐν σαρκὶ γεννήσεως ἐτύχετε, ἀλλὰ προαιωνίως ἐν Θεῷ Πατρὶ προεγνωσμένοι, καὶ τῆς τοῦ Μονογενοῦς δόξης σύμμορφοι γενέσθαι προωρισμένοι, Β  ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, καὶ Λόγος σὰρξ ἐγένετο, πρώτως αὐτοὶ (3) τοῦτον ἐπιγνόντες καὶ λαβόντες· καὶ πρῶτοι τῆς ἐξ αὐτοῦ γεννήσεως ἠξιωμένοι, καὶ πρῶτοι τοῦτον ἑαυτοῖς εὐμοιρήσαντες ἐσκηνωκότα, αὐτὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ συμμαρτυροῦν ἐσχήκατε τῷ πνεύματι ὑμῶν, ὅτι ἐστὲ τέκνα τοῦ Θεοῦ· εἰ δὲ τέκνα, καὶ κληρονόμοι· κληρονόμοι μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ.

Ὑμεῖς, οὐ τῆς ἐπουρανίου κλήσεως μέτοχοι μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐκλογῆς υἱοὶ κεχρηματίκατε· καὶ οὐκ ἐξελέγητε μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐδικαιώθητε, ἀλλὰ καὶ ἐδοξάσθητε. Ὑμεῖς οὐκ ἀπὸ σαρκὸς καὶ αἵματος· διὰ δὲ τοῦ ἐν οὐρανοῖς Πατρὸς τὸν αὐτοῦ Χριστὸν ἀπαυγασθέντες, καὶ ἐν τῷ μεγάλῳ φωτὶ τὸ μέγα φῶς  C  τεθεαμένοι, καὶ τούτῳ σαφῶς πεπιστευκότες, καὶ νοῦν ἐν αὐτῷ καταστραφθέντες, καὶ ψυχὴν καταλαμφθέντες· μᾶλλον δὲ φῶτα λαμπρὰ καὶ θεαυγῆ (4) γεγενημένοι, εἰς φῶς ἐθνῶν ἀπεστάλητε, εἰς σωτηρίων ἐσχάτου τέθεισθε τῆς γῆς.

Ὑμῶν τὴν πίστιν, ὁ μακάριος καὶ μόνος δυνάστης πρῶτος ἐμακάρισεν, ἄγγελοι ὕμνησαν, δαίμονες ἔπτηξαν, ἡ κτίσις ἐδόξασεν. Ὑμῶν τὴν ἐλπίδα, οὐ πυκναὶ βροχαὶ καὶ συνεχεῖς λογισμῶν ἐκτόπων παρεσάλευσαν· oὐ πονηροτάτων καταιγίδες γλωσσῶν καὶ βαρύτητες, ὡς ποταμοὶ προσπίπτοντες διέλυσαν· οὐ κινδύνων καὶ θανάτων ἑσμός, ὡς ἀνέμων βία προσρήσσουσα κατέῤῥαξεν. Ὑμῶν τὴν ἀγάπην, οὐκ Ἀρχαί, οὐκ Ἐξουσίαι, οὔτε ζωή, οὔτε θάνατος, ἀλλ᾿ οὐδὲ πᾶς ὁ κόσμος ἰταμώτατα συγκινηθείς,  D  τῆς οἰκείας αὐτὴν βεβαιότητος μετεκίνησε καὶ μονιμότητος.

Ὑμῖν πρώτως καὶ εἰλικρινῶς καὶ σαφῶς δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ· τοῖς  A  δὲ λοιποῖς, κατὰ τὸν θεῖον Λόγον, ἐν παραβολαῖς, ἀναλόγως τῆς πρὸς τὸν Λόγον ἑκάστων οἰκειότητος. Ὑμῖν ὑψηλή τε καὶ θεία καὶ προσεχὴς ἐν ὑψηλοῖς περὶ τὸν ἀπρόσιτον θρόνον ἡτοιμάσθη προ[σ]εδρία, κατὰ τὴν πρὸς τὸν θεαρχικώτατον Λόγον οἰκείωσιν ἀξιοπρεπῶς ἀποκεκληρωμένη. Ὑμῖν οὐ τολμηρὸν οἶμαι φᾶναι τὴν ἐκ δεξιῶν τε καὶ ἐξ εὐωνύμων τοῦ Παμβασιλέως καθέδραν ὑπὸ τοῦ Πατρὸς προητοιμάσθαι.

Ὑμᾶς, ἡ γῆ μὲν ὡς ἀλήθειαν, κατὰ τὸ ἱερώτατον μέλος, ἐξανέτειλεν· ὁ οὐρανὸς δὲ δικαιοσύνης κήρυκας ἐξέφανε. Καὶ γὰρ ἡ γῆ μέν, ὡς ὡραῖον προΐσχετο καρπόν· ὑμῖν δὲ ὁ Κύριος τὴν οἰκείαν ἐνιδρυσάμενος χρηστότητα, ταῖς ἐξαλλομέναις ὑμῶν ἀκτῖσι  Β πᾶσαν ἀγαθουργεῖ τὴν κτίσιν.

Ὑμᾶς πρώτους ἐλέους σκεύη, καὶ ταμιεῖα τίμια τῶν αὐτοῦ χαρίτων κατασκευασάμενος, καὶ ἐκ τοῦ πληρώματος τῶν τελεταρχικῶν αὐτοῦ δωρεῶν πεπληρωκώς, ἐκ τοῦ ὑμετέρου πάλιν πληρώματος, τὰς ὅλας ἑξῆς γενεὰς τῶν ἐθνῶν εὐεργετεῖ· καὶ ὥσπερ τὸν τοῦ γράμματος πρῴην ὑποφήτην, τοῦ ἐκείνῳ προσήκοντος πνεύματος πεπληρωκώς, ἐξ αὐτοῦ τοῖς ὑπ᾿ αὐτῷ μεταδίδωσι νομιζομένοις· εἴπερ ἀπόδειξις τούτου σαφής, ἡ τῶν Ἑβδομήκοντα πρόσκλησις πρεσβυτέρων, κατὰ τὴν Γραφήν· καὶ πνεῦμα τοῦ Μωσαϊκοῦ μὲν ἀφαιρούμενον, αὐτοῖς δὲ ἐπιμετρούμενον· οὕτω καὶ ὑμῖν ὕστερον τοῖς κορυφαίοις τῆς χάριτος μυσταγωγοῖς καὶ διακόνοις, οὐκ ἐκ μέτρου  C  τὸ Πνεῦμα τῆς υἱοθεσίας· ἀλλ᾿ ὅλον ὡς οἰκειοτάτοις ἐκχεάμενος, ὡς ἐξ ἀκενώτου πηγῆς τῆς ὑμετέρας πληρότητος, τὰ τέκνα πάντα τῆς χάριτος ἀγαθύνει καὶ θεουργεῖ.

Ὑμᾶς ὁ πᾶς κόσμος ζηλώσας οὐ καλῶς, καὶ βυθοῖς ἀπωλείας καταχώσειν βιασάμενος, οὕτως ἔλαθε τῶν ἐλπίδων ἀποτυχών, ὥστε μᾶλλον δεσπότας ἰδίους ἐπιγνῶναι καὶ βασιλεῖς· βασιλεῖς οὐχ ἁρπαγμῷ βασίλειον εἰληφότας καταργούμενον· ἀλλ᾿ ἀκατάλυτον δόξαν καὶ διαιωνίζουσαν ἠμφιεσμένους βασιλείαν. Καὶ γὰρ ἡ γῆ μὲν πᾶσα καὶ θάλασσα, τὰς ἐκτεθηριωμένας καὶ πολυγλώσσους ἀγέλας τῶν ἐθνῶν, καθάπερ ὑδάτων βίαν ἀνυπόστατον, κατὰ τῶν ἱερῶν τούτων θεολόγων κατεγείρουσα, τῶν σεμνῶν, τῶν μικρῶν, τῶν βραχεῖ ῥάκει τὸ σῶμα σκεπομένων· ἄλλο δὲ  D  καθάπαξ τοῦ νῦν αἰῶνος οὐδὲν ἐφόλκιον ἐπαγομένων· καὶ τούτοις ὀλέσαι μὲν σῶμα, σβέσαι δὲ λόγον· νοῦν δὲ καὶ πίστιν οὕτως ὁλόῤῥιζον ἐκτίλαι, ὡς μηδὲ μνήμης ἴχνος τῷ βίῳ καταλιπεῖν μηχανωμένη· οὕτως ἀντέστραπται τῆς κακίας, καὶ τῶν ἀτόπων ἐγχειρημάτων ἀνακέκοπτο, ὡς τὸ θεῖον ἐκεῖνο λόγιον ἐνεργούμενον ὁρᾶν· τῷ λόγῳ μὲν αὐτῶν τῆς καταιγίδος ἐπιτεταγμένης, εἰς πρᾳείαν δὲ αὔραν ἱσταμένης· καὶ τῶν κυμάτων μὲν αὐτῆς κατασιγαζομένων· εὐφραινομένων δὲ πάντων ἐπὶ τῇ ἡσυχίᾳ, καὶ ἐπὶ λιμένα τοῦ θείου θελήματος ὁδηγουμένων.

Α  Ἦν ὁρᾶν ἐκεῖ τότε πᾶσαν μὲν ἀνθρώπων φυλήν· πᾶσαν δὲ γλῶσσαν, τὴν ἰδίαν διάλεκτον ἀκούουσαν, τῷ Παρακλήτῳ διὰ ἀποστόλων λαλουμένην· καὶ γόνυ μὲν ψυχῆς τῷ θεολογουμένῳ Λόγῳ κατακάμπτουσαν· χείλη δὲ καὶ γλῶσσαν πρὸς τὴν τριαδικὴν κατευθύνουσαν δοξολογίαν· καὶ ὥσπερ εἰδώλων τε πλάνης καὶ τῶν δαιμονίων πρῴην ἐμεμέστωτο, οὕτως ὕστερον χάριτος ζώσης τοῦ Ζωαρχικοῦ Πνεύματος πεπλήρωτο. Καὶ οἷον ἁλσὶ δραστηρίοις ταῖς τούτων θεηγορίαις καταρτυομένη, τὴν ὑγρὰν ἀπεῤῥύπτετο καὶ δυσώδη τῆς ἁμαρτίας σηπεδόνα. Τῶν μιαρῶν γὰρ ὀργίων καὶ ἐθῶν καὶ τελετῶν, οἷς χρονίως ἐμμείνασα δυσαπόνιπτον ἔσχε τὴν κηλῖδα, τούτων ὕδατι ῥυπτομένη καθαρῷ, καὶ μυστηρίων θείων θεουργουμένη μετουσίᾳ, κοινωνὸς οὐρανίων ἀναπέφηνε μεγαλοδωρεῶν.

Β  Ἀλλ᾿ οὐχ ἡ σωματικὴ κτίσις μόνον, οὕτω τῆς Πέτρου καὶ Παύλου μεγαλοφυΐας καὶ στεῤῥότητος, ἤτοι χάριτος ἡττήθη· καὶ αὐταὶ δὲ αἱ ἀσώματοι πᾶσαι καὶ ἀποστατικαὶ Δυνάμεις, δυσμαχώτατα πόλεμον κατ᾿ αὐτῶν ἀνῃρημέναι, οὕτως ἐξουδένωνται καὶ κατανενίκηνται, ὡς εἰκὸς ἦν ἐξουδενοῦσθαι τοὺς κατὰ τῶν Ἰησοῦ πιστοτάτων ὁπλιζομένους ὀπαδῶν. Καὶ γὰρ ὥσπερ πρῶτος ἐκεῖνος τὴν ἀνθρωπότητα περιποιούμενος, καὶ διὰ ταύτην τῷ κοσμοκράτορι πάλῃ συμπλακείς, νοητῶς ἀπεξεδύσατο· (5) καὶ παῤῥησίᾳ θριαμβεύσας αὐτόν, τῷ σταυρῷ παρεδειγμάτισεν· οὕτω δὴ Πέτρος καὶ Παῦλος, οἱ γνήσιοι τῆς ἐκείνου πεῖρας καὶ νίκης μιμηταί, πάσαις Ἀρχαῖς καὶ Ἐξουσίαις ὑπὲρ τῶν ἐθνῶν, καὶ κοσμοκρατορίαις ἁπάσαις συμπλεκόμενοι,  C  καὶ ταύτας ἀραχνίων τρόπον νημάτων ἀπημάντως ἐν ἐκείνῳ διεκδύνοντες· καὶ τοῖς παθήμασι μὲν εὐδοκοῦντες, τοῖς καθημερινοῖς δὲ θανάτοις ἐγκαυχώμενοι, εἶτα τὸ τοῦ διδασκάλου ποτήριον ἐκπεπωκότες, ἐν αὐτῷ τὸν ἀντίπαλον κατὰ κράτος καθαιροῦσι· καὶ τοὺς ὑπ᾿ ἐκείνῳ κρατουμένους ᾐχμαλωτικότες Χριστῷ, τοῖς τῆς δικαιοσύνης καὶ νίκης ἐστεφανώθησαν στεφάνοις.

Καὶ Πέτρος μὲν τῷ σταυρῷ τὰς ἱεράς τε καὶ πρεσβυτικὰς παλάμας ἐκπεπετασμένος· καὶ κάτω μὲν πρὸς τῇ γῇ τὴν κεφαλήν· ἄνω δὲ πρὸς οὐρανὸν τοὺς πόδας ἀπῃωρημένος, ὡς ἂν καὶ τῇ ὁμοιότητι τοῦ πάθους, καὶ τῇ ἀνομοιότητι τὸν διδάσκαλον δοξάσειε. Παῦλος δέ, τὴν ὑπέρτιμον κάραν ἀποτμηθείς,  D  καὶ τὸ στέρημα ταύτῃ τῶν παθημάτων Χριστοῦ πληρωκώς, οὕτω νενικήκασι τὸν κόσμον. Οὕτως   Α  ἡ θεία δύναμις ἐν τῇ ἀσθενείᾳ τούτων τετελείωται· καὶ οὕτω τὸν ὀλετῆρα θραύσαντες, λαμπροὶ λαμπρῶς τῷ νικοποιῷ Χριστῷ πρὸς οὐρανοὺς συνανελήφθησαν. Καὶ ὥσπερ ἐκεῖνος πρῶτος νενικηκώς, ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης πρῶτος ἐκάθισεν ἐν ὑψηλοῖς· οὕτω καὶ οὗτοι κατὰ τὴν πρὸς ἐκεῖνον ὁμοίωσιν νενικηκότες, τῆς ἐκ δεξιῶν τούτου δευτέρας καταξιοῦνται καθιζήσεως.

Ὢ τῆς ὑπερφυοῦς μιμήσεως τῶν ἀμιμήτων! ὢ τῆς πρὸς τὸν Ὕψιστον τῶν ταπεινοφρόνων ἀνυψώσεως! οἱ ἐπίγειοι, καὶ οὐράνιοι· οἱ θνητοί, καὶ ἀθάνατοι· οἱ μικροί, καὶ τρισμέγιστοι· καὶ οἱ περικάθαρμα τῷ κόσμῳ παντὶ καὶ περίψημα κείμενοι, αἰδέσιμοι καθεστήκασι τοῖς Σεραφείμ· καὶ οἱ πείνῃ δὲ καὶ δίψῃ καὶ γυμνότητι ταλαιπωρούμενοι, τῶν ἀγαθῶν ἃ ὀφθαλμὸς  Β  οὐκ εἶδεν, οὖς οὐκ ἤκουσε, καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη· εἰς ἃ καὶ ἄγγελοι, κατ᾿ αὐτοὺς εἰπεῖν, ἐπιθυμοῦσι παρακύψαι, τούτων οὗτοι ταμίαι, καὶ πρυτάνεις ἁγίοις προεστήκασι. Τὶ τὸ περὶ ὑμᾶς τοῦτο τῆς ἀγαθότητος μυστήριον; Πῶς οἱ αὐτοὶ καὶ υἱοὶ ἀνθρώπων καὶ Θεοῦ κεχρηματίκατε; Τὸ μέν, διὰ τὴν φύσιν, τὸ δέ, διὰ τὴν υἱοθεσίαν. Πῶς τὸ παραυτίκα τῆς θλίψεως, καὶ ἐλαφρόν, οὕτως ὑμῖν βάρος δόξης αἰώνιον εἰργάσατο;

Σάρκα μὲν γεγονέναι τὸν Θεὸν Λόγον καὶ ἐν ἡμῖν ἐσκηνωκέναι, ἐκ τῆς ὑμετέρας μεμυήμεθα μυσταγωγίας· ὑμεῖς δὲ σῶμα τῷ ὄντι, καὶ μέλη τίμια τῷ σεσαρκωμένῳ καθεστήκατε. Σῶμα πάγκαλον, θεοειδές, θεαυγές, πάσης κηλίδος καὶ ῥύπων καὶ μώμων ἀνεπίδεκτον· Οἷα γὰρ ὀφθαλμοὶ δύο φωτοφανέστατοι καὶ  C  χαριέστατοι τοῦ Δεσποτικοῦ σώματος προβέβλησθε, οἷς ὅλον αὐτοῦ φωτίζεται τὸ σῶμα· δι᾿ ὧν ὁ Κύριος τὰς καθ᾿ ὅλην τὴν γῆν ἐκκλησίας ἐφορῶν, οἰκοδομεῖ καὶ καταρτίζει. Καὶ ὦτα δὲ τρανὰ καὶ σαφῆ, καὶ τῆς θείας ὄντες εὐήκοα φωνῆς· τὸ ῥῆμα τοῦ Θεοῦ τὸ πάνσοφον, τὸ παντοδύναμον, τὸ τῆς Οἰκονομίας, φημί, πρῶτον μυστήριον ἐνωτισθέντες, ταῖς ἀκοαῖς αὐτὸ πάσαις δευτέρως ἐνηχήσατε.

Ὑμεῖς καὶ μυκτῆρες εὐοσμότατοι, καὶ σιαγόνες ἐστὲ μυστικαί. Μυκτῆρες ἱεροὶ τῆς ἱερᾶς τῶν Χριστοῦ μύρων εὐωδίας ἄγαν ἡδέως ὀσφραινόμενοι, καὶ τὴν ὀσμὴν τῆς γνώσεως αὐτοῦ παντὶ τόπῳ φανεροῦντες. Σιαγόνες δέ, καθάπερ φιάλαι τοῦ ἀρώματος,  D  ὥσπερ ἀπὸ πηγῆς τῆς θεολόγου γλώσσης, φύουσαι (κατὰ τὸ μυστικώτατον λόγιον), μυρεψικά, τὰς μυστικὰς εὐωδίας (ἤτοι διδασκαλίας τοῦ Πνεύματος) τοῖς ἀξίοις προβαλλόμενοι.

Ὑμεῖς καὶ χεῖρες ἐνεργεῖς καὶ δραστήριοι πιστεύεσθε, οὐκ ἐν λιθίναις τὰ θεῖα λόγια πλαξίν, ἀλλὰ σαρκίναις· οὐ μέλανι, ἀλλὰ Θεοῦ Πνεύματι ζῶντι μυστικῶς καλλιγραφοῦσαι. Χεῖρες, οὐ θεμέλιον μόνον ἀσφαλῆ, τὸν τῆς πίστεως καταπηγνύουσαι, ἀλλὰ καὶ ἔργα τῆς πίστεως ἄξια ἐποικοδομοῦσαι. Οὐ ξύλοις γάρ, οὐ καλάμῃ καὶ χόρτῳ, χρυσῷ δὲ καὶ ἀργύρῳ καὶ λίθων τοῖς τιμιωτάτοις, εἴτ᾿ οὖν λόγοις καὶ πράξεσι θεοτερπέσι, τὴν νοερὰν Ἐκκλησίαν καὶ ζῶσαν   Α  καταρτίζετε Θεῷ. Χεῖρες μυστηρίων ἱερουργοὶ θείων· ὑπερφύων τεραστίων αὐτουργοί· ἁφῇ μόνῃ νόσους ἰώμεναι, δαίμονας ἐλαύνουσαι, παραλελυμένους σφίγγουσαι, λεπροὺς καθαίρουσαι, παγκεκυφότας ἀνορθοῦσαι, νεκροὺς ἀνιστῶσαι, καὶ τυφλοῖς μὲν τὴν ὄψιν, κωφοῖς δὲ τὴν ἀκοήν, μογιλάλοις δὲ τὴν γλῶσσαν διατρανοῦσαι καὶ διασαφοῦσαι· καὶ πᾶσαν σώματος λώβην, καὶ πᾶσαν ψυχῆς λύμην ἀφράστως καὶ ἀχρόνως θεραπεύουσαι.

Ὑμεῖς καὶ δύο ὦμοι καὶ μαζοὶ δύο τῆς Ἰησοῦ πεφήνατε μεγαλειότητος· οἱ μὲν τὸν σταυρὸν αἴροντες, καὶ αὐτῷ συνεπαιρόμενοι· καὶ ὡς κεφαλὴ ἰδία, τῷ ἐσταυρωμένῳ προθύμως ἐφεπόμενοι. Ὦμοι, τὸν χρηστὸν αἴροντες Χριστοῦ ζυγόν, καὶ τὸν ἐλαφρὸν ἐλαφρῶς κουφίζοντες φόρτον τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ τοῖς ἀξίοις αὐτὸν ἐπιφορτίζοντες· ναὶ δή, καὶ  Β  τὰ τῶν προβάτων ἀναλαμβάνοντες πλανώμενα, καὶ τοῖς μένουσι συναριθμοῦντες, καὶ μάνδραις ταῖς ἄνω κατασφαλιζόμενοι καὶ ὑπὲρ αὐτῶν σταυρῷ καὶ θανάτῳ κατὰ μίμησιν ἁγιαζόμενοι δεσποτικήν. Μαζοὶ δέ, οὐκ αἰσθητῷ γάλακτι, νοητῷ δὲ τρέφοντες τὴν Ἐκκλησίαν· καὶ οὐδὲ γάλα μόνον, τὸν εἰσαγωγικόν τε λόγον καὶ τοῖς εἰσαγομένοις κατάλληλον ἀναλαμβάνοντες, ἀλλὰ καὶ οἶνον, τὴν στερεὰν τῶν δογμάτων ἑστιατορίαν, καὶ τοῖς τελείοις πρέπουσαν ἐπινάοντες θεολογίαν.

Ὑμᾶς, καὶ σπλάγχνα καὶ νεφρούς τις εἰπὼν διδύμους· μηρούς τε καὶ σκέλη καὶ πόδας τῆς τοῦ σαρκωθέντος ὑπερουσιότητος, οὐκ ἄν, οἶμαι, τοῦ πρέποντος ἀποσφαλείη. Καὶ γὰρ παρ᾿ ὑμῖν ζωτικὴ ποιότης καὶ C  ἄῤῥευστος τῆς θεοπρεποῦς, ἤτοι θεοτελοῦς ἀγάπης ἐνθεωρουμένη, καὶ ὥσπερ ἐκ διδύμου καὶ ζώσης πηγῆς τῶν ὑμετέρων κρυφίως ἐξαλλομένη σπλάγχνων, πισταῖς ἐπαρδομένη ψυχαῖς, γονίμους αὐτὰς ἀποδεικνύει Θεῷ. Κνῆμαι δὲ καὶ πόδες, εὐλόγως, οἶμαι, τοῦ Λόγου τεθεώρησθε, ὅτι πᾶσαν τὴν γῆν διαθέων ἐν ὑμῖν, καὶ πᾶσαν βροτῶν διάνοιαν ἐπιών, πρὸς τὴν τῆς Ἀληθείας ἐπίγνωσιν δι᾿ ὑμῶν χειραγωγεῖ.

Ὑμεῖς ὄντως ἐστέ, κατὰ τὸν ἱερὸν Ζαχαρίαν, οἱ δύο τῶν ἐλαιῶν κλάδοι, ἐκ δεξιῶν τε καὶ εὐωνύμων τῇ χρυσῇ λυχνίᾳ, τῇ Ἐκκλησίᾳ δὴ λέγω, καὶ τῷ ἐπ᾿ αὐτῆς λαμπαδίῳ Χριστῷ παρεστηκότες· οἱ δύο, κατ᾿ αὐτὸν εἰπεῖν, τῆς πιότητος υἱοί, τῷ Κυρίῳ πάσης παρίστασθε τῆς γῆς.

D  Ὑμᾶς καὶ αἱ δύο ῥάβδοι, ἃς ἑαυτῷ λήψεσθαί φησιν ὁ Κύριος, παρὰ τῷ αὐτῷ, προϋπογράφουσι. Ὧν τὴν μὲν κάλλος, διὰ τὸ τῆς ψυχῆς περικαλλέστατον· σχοίνισμα δὲ τὴν ἑτέραν, ὡς ἰδίαν μερίδα κατωνόμασεν· ἐν αἷς καὶ τὰ πρόβατα ποιμαίνει, καὶ τὴν διαθήκην, ἣν πρὸς τοὺς λαοὺς διέθετο, διασκεδάσειν ἐπαγγέλλεται· δῆλον ὅτι τὸν νόμον τοῦ γράμματος, διὰ τὸν τοῦ πνεύματος νόμον ἀθετῶν. Καὶ γὰρ ὁ τῇ κατὰ νόμον λατρείᾳ καὶ τοῖς τύποις Μωϋσῆς πεφήνασι καὶ Ἀαρών, παιδαγωγοὶ πρὸς Χριστὸν τοῖς ἀτελέσι γεγονότες, τοῦτό γε δὴ Πέτρος καὶ   Α  Παῦλος γεγόνασι τῷ πνεύματι· καὶ τὸ τῆς χάριτος Εὐαγγέλιον ἱερουργοῦντες, τὰ σκιώδη τοῦ νόμου καὶ τυπικὰ παραγγέλματα διασκεδάζουσιν ἐν αὐτῷ καὶ καταργοῦσιν.

Ἀλλὰ τί ταῦτα πρὸς ἔπαινον δόξης τῆς ὑμῶν ἐστι μεγαλωσύνης; Πείθομαι γάρ, οὐ μόνον λογογράφων τε πάσης περινοίας καὶ ῥητόρων δυνάμεως, τὴν ὑμετέραν ὑπερῆρθαι δόξαν, ἀλλὰ καὶ τοὺς παρ᾿ ἡμῖν ἀκροτάτους θεολόγους, μηδὲν εἰπεῖν ἄξιον δύνασθαι τῆς ὑμετέρας τελειότητος. Ὥσπερ γὰρ οὔκ ἐστι λόγος ἐπάξιος τῆς ὑπερεχούσης ἐκφαντορικὸς δόξης· καὶ γὰρ οὐ λόγου μόνον, ἀλλὰ καὶ διανοίας· οὐκ ἀνθρωπικῆς μόνον, ἀλλὰ καὶ Σεραφικῆς, ἡ θεία μεγαλειότης ὑπερίδρυται· οὕτω καὶ τῶν παρ᾿ αὐτῇ γνησίως ἱδρυμένων, καὶ τῆς ἀνωτάτω τιμῆς  Β εὐμοιρηκότων, ἀνέκφραστός τέ ἐστι καὶ ἀπερινόητος ἡ δόξα· καὶ τοσούτῳ πλέον, ὅσῳ καὶ μᾶλλον τῇ πρὸς τὸν ὑπερούσιον ἐγγύτητι τὴν ὅλην ὑπεραναβαίνει κτίσιν.

Τοιγαροῦν, ἐπειδὴ πᾶσα γηγενὴς γλῶσσα τῆς κατ᾿ ἀξίαν αἰνέσεως ὑφεῖται, μικρὰ λοιπὸν ἔτι προσειπόντες, καὶ τῷ πνεύματι μυστικώτερον κατασπασάμενοι, σιγῇ τὴν μεγαλοπρέπειαν τῆς δόξης τῆς ὑμετέρας θείημεν ἁγιωσύνης.

Χαίρετε, τῆς τριαδικῆς συμφυΐας ἢ συνθεΐας, τῆς δι᾿ ὑμῶν καταγγελείσης, καὶ πάσῃ τῇ κτίσει γνωσθείσης, ἱερώτατοι κήρυκες καὶ ἀπόστολοι καὶ μάρτυρες.

Χαίρετε, ἵπποι λογικοὶ καὶ νοεροί, ἐπίλεκτοι καὶ θεόλεκτοι, οὐχ ὥς τινες λέγονται, τὴν χρόαν τοῦ σώματος λευκότεροι χιόνος·  C  ἀλλ᾿ ὑπὲρ χιόνα, τῇ τῆς ψυχῆς διαλάμποντες καθαρότητι· οὐδὲ τὸν δρόμον ἀνέμοις παραπλήσιοι· ἀλλ᾿ ὑπὲρ ἀνέμων πτῆσιν ὀξύτεροι τῇ τοῦ νοῦ ταχύτητι καὶ θεότητι· οὐδ᾿ ὅσον ὀφθαλμὸς ἀπὸ σκοπιᾶς ὁρᾷ, τοσοῦτον ἀθρόως ἐπιθρώσκοντες, κατὰ τὴν ποίησιν· ἀλλ᾿ ὅσον ὁ ἥλιος οὗτος τῷ μεγάλῳ φωτὶ περιλαμβάνει, κτίσιν πᾶσαν ἀστραπῆς τρόπον τῷ λόγῳ διατρέχοντες· ἐφ᾿ οἷς ὁ Θεὸς Λόγος, κατὰ τὸν θεῖον ἐπιβὰς Ἀμβακούμ, καὶ εἰς τὴν νοητὴν ταύτην θάλασσαν ἐπιβιβάσας, ἐν ὑμῖν ὕδατα πολλά, τὰς τῶν ἐθνῶν διανοίας διετάραξεν· ἡ ἱππασία δὲ τούτου σωτηρία τῶν ταραττομένων ἐγενήθη.

Χαίρετε, λίθοι τίμιοι, οἱ μετὰ τὸν ἀκρογωνιαῖον, εἰς τὰ τῆς νοητῆς τεθειμένοι θεμέλια Σιών. D  Χαίρετε, τοῦ Θεοῦ σεπτοὶ δοῦλοι, τοῦ Χριστοῦ πιστοὶ φίλοι, τοῦ Κυρίου Πνεύματος ἱερὰ τέκνα, τῶν Ἀγγέλων δόξα, τῶν Ἀρχαγγέλων ἔπαινος, τῶν Ἀρχῶν ὕψωμα, τῶν Ἐξουσιῶν καύχημα, τῶν Δυνάμεων θυμηδία, τῶν Κυριοτήτων ἀγαλλίαμα, τῶν θρόνων τιμή, τῶν Χερουβεὶμ τερπωλή, τῶν Σεραφεὶμ καλλονή.

Χαίρετε, διαβόλου καθαιρέται, ἀνθρώπων εὐεργέται, πλάνης ἀντίδικοι, ἀληθείας συνήγοροι, εἰδώλων καθαίρεσις, Τριάδος ἀνάῤῥησις, αἱρέσεων ἀφανισμός, ἁμαρτιῶν ἱλασμός, τῶν παλαιουμένων καταστροφή, τῶν ἀνακαινουμένων ἐπιστροφή, τοῦ γράμματος ἀθετηταί, τοῦ πνεύματος κυρωταί.

Α  Χαίρετε, τῶν Ἐκκλησιῶν ἀνάστασις, τῶν κατεῤῥαγμένων ἀνάκτησις, τῶν ἀπηλπισμένων ἀνάκλησις, τῶν ἐν πόνοις παρηγορία, τῶν ἐν πάθεσι θεραπεία, τῶν ἐν πένθει παραμυθία, τῶν χειμαζομένων λιμὴν ἀσφαλής, τῶν πενομένων πλοῦτος ἀνελλιπής, τῶν πλουτούντων ἀντίληψις ἀψευδής, τῶν ὀφειλόντων ἐγγυηταί, τῶν σῳζομένων προασπισταί.

Χαίρετε καὶ εὐφραίνεσθε, οὐρανοί, ἅμα τῷ ὑμῖν οἷα θρόνῳ θεοπρεπῶς ἐποχουμένῳ· οὐρανοὶ θεῖοι καὶ νοητοί, καὶ τῆς ἐν οὐρανοῖς Ἐκκλησίας μυστικώτατον στερέωμα· οἱ τὴν Θεοῦ δόξαν μεγαλοφώνως διηγούμενοι, καὶ τὴν τῶν χειρῶν αὐτοῦ ποίησιν ἀεννάως ἀναγγέλλοντες· ὧν ὁ φθόγγος εἰς πᾶσαν λαμπρῶς ἐξελήλυθε τὴν γῆν, καὶ τῶν ῥημάτων ἡ δύναμις εἰς τὰ πέρατα διέδραμε τῆς οἰκουμένης.

Β  Ὥσπερ οὖν ἀφ᾿ ὑμῶν, ἢ δι᾿ ὑμῶν ἡ θεαρχικὴ χάρις τοῖς πέρασιν ἐξήχηται, οὕτω καὶ δεξιὸν τέλος ὑμεῖς τῇ δεξιᾷ καταβάλλετε ἀρχῇ, καὶ τὸν θεῖον λόγον τοῖς πᾶσιν ἔθνεσι κρατύνοντες, τὴν ἱερὰν πίστιν ἐν τούτῳ βεβαιώσατε· τοὺς πλανωμένους ἐπιστρέψατε, τοὺς ἀμφιβόλους στηρίξατε, τοὺς ἀναιδῶς ἀθετοῦντας διορθώσατε ἢ ἐκτίλατε· καὶ τοὺς μὲν τῷ ὑμετέρῳ κανόνι στοιχοῦντας, ἑδραίους, ἀμετακλινεῖς ταῖς ἱεραῖς συντηρήσατε θεσμοθεσίαις· τὰς ὅλας δὲ τῶν πιστῶν ὁμηγύρεις τῇ ὁλοκληρίᾳ τοῦ θείου σώματος ἐν ἁγίῳ Πνεύματι συνδέοντες, τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας ὅλον εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον, οὗ ἡ κεφαλὴ Χριστός, καταρτίσατε καὶ συναρμόσατε· πόλεμον δὲ καὶ ὅπλα πάντα πρεσβείαις ὑμῶν δεκταῖς ἀντανελόντες, καὶ τροπαίοις νίκης ἐνθέοις τὸν ἀληθῶς  C  εὐσεβῆ βασιλέα καταστέφοντες, εἰρήνης θείας εὐσταθοῦς τε καὶ γαληναίας ζωῆς πληρώσατε τὴν γῆν· ἤρεμον δὲ βίον καὶ φιλευσεβῆ, καὶ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ δικαιοσύνης καὶ χαρμοσύνης ἐπίμεστον τῇ Χριστωνύμῳ παρεσχηκότες πολιτείᾳ, καὶ πρὸς τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἧς ὑμεῖς πρωτότοκα τέκνα καὶ πολισταὶ γεγένησθε καὶ πολιοῦχοι, διακυβερνῶντες, εἰς τὴν τοῦ Θεοῦ πάντας εἰσάγοντες καταπαύσετε κατάπαυσιν· ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος, ἅμα τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.  Ἀμήν.




Psal. XXVII, 9.


" Psal. xmfΑ